Δωρεά, ανάκληση δωρεάς και αναζήτηση του δωρηθέντος
Δωρεά, ανάκληση δωρεάς και αναζήτηση του δωρηθέντος.
Σύσταση Δωρεάς
Σύμφωνα με το άρθρο 496 ΑΚ, για την ύπαρξη δωρεάς απαιτείται η παροχή ή υπόσχεση παροχής σε κάποιον περιουσιακού αντικειμένου και συμφωνία αυτού που δίνει και αυτού που λαμβάνει για την παροχή χωρίς αντάλλαγμα.
Η παροχή του αντικειμένου πρέπει να γίνεται χωρίς αντάλλαγμα, δηλαδή να προκύπτει από το περιεχόμενο της συμφωνίας ότι η παροχή δεν τελεί σε συνάρτηση με οποιαδήποτε αντιπαροχή ή άλλη αξίωση το δότη έναντι του λήπτη ή με την ίδρυση οποιασδήποτε υποχρέωσης του λήπτη προς το δότη, γιατί τότε θα υπάρχει αμφοτεροβαρής σύμβαση και όχι δωρεά.
Περαιτέρω τρόπος, κατά το άρθρο 503 ΑΚ, είναι ιδιόρρυθμος περιορισμός που προστίθεται στη δωρεά από το δωρητή, βάσει του οποίου ο δωρεοδόχος υποχρεούται σε ορισμένη πράξη ή παράλειψη. Ο τρόπος συνιστά βάρος στο λήπτη της παροχής (δωρεοδόχος) και όχι αντάλλαγμα αυτής, γιατί στη δωρεά δεν νοείται η ύπαρξη αντικρίσματος αντιπαροχής. Θα πρέπει συνεπώς να διακριβώνεται, για τη διάκριση, αν τα μέρη θεωρούν την παροχή του δωρεοδόχου ως αντιπαροχή ή ως βάρος της άλλης παροχής.
Σύμφωνα με το άρθρο 498 ΑΚ, για την σύσταση δωρεάς απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο. Η δωρεά κινητού πράγματος για την οποία δεν συντάχθηκε συμβολαιογραφικό έγγραφο ισχυροποιείται αφότου ο δωρητής παραδώσει το πράγμα στο δωρεοδόχο.
Ανάκληση δωρεάς
Πότε επιτρέπεται
Από το συνδυασμό των διατάξεων άρθρων 505 και 507 ΑΚ προκύπτει ότι ο δωρητής έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά:
α) αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ του παράπτωμα αχάριστος απέναντι στο δωρητή ή στο σύζυγο ή σε στενό συγγενή του,
β) ιδίως αν αθέτησε την υποχρέωσή του να διαθρέψει το δωρητή,
γ) όταν ο δωρεοδόχος παραλείπει υπαίτια να εκτελέσει τον τρόπο υπό τον οποίο έγινε η δωρεά.
Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 505 ΑΚ ως «αχαριστία», που δικαιολογεί την ανάκληση της δωρεάς, θεωρείται η βαριά αντικοινωνική συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου, η οποία αποτελεί παράβαση των κανόνων του δικαίου ή των αντιλήψεων περί ηθικής και ευπρέπειας, προσβάλλει άμεσα αγαθά του δωρητή, οφείλεται δε, σε υπαιτιότητά του και μπορεί να καταλογιστεί σε αυτόν. «Αχαριστία» μπορεί, κατά τις περιστάσεις, να αποτελεί και η χωρίς σοβαρό λόγο αδιαφορία του δωρεοδόχου γενικά για την τύχη του δωρητή, όταν ο τελευταίος έχει ανάγκη από περίθαλψη και διατροφή ή από εκδηλώσεις αγάπης και ενδιαφέροντος για ψυχολογική του στήριξη, λόγω της δύσκολης ψυχοσωματικής κατάστασης, στην οποία έχει περιέλθει, εξαιτίας ασθένειας ή γήρατος, καθώς και η προσβλητική συμπεριφορά και περιφρονητική διαγωγή του δωρεοδόχου, όπως η καταφρόνηση του δωρητή, με λόγο και έργο.
Κριτήρια της βαρύτητας του παραπτώματος, από αντικειμενική άποψη, είναι ο δεσμός δωρητή και δωρεοδόχου, τα ελατήρια της δωρεάς, η αξία του αντικειμένου της, ο τρόπος ενέργειας, ο χαρακτήρας του δωρεοδόχου και το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δωρητή, της συζύγου του ή στενού συγγενούς του, ενώ από υποκειμενική άποψη πρέπει να αποτελεί εκδήλωση αξιόμεμπτης συμπεριφοράς, ενδεικτική της έλλειψης ευγνωμοσύνης στην αφιλοκερδή χειρονομία του δωρητή.
Το ζήτημα, αν η καταδεικνύουσα την αχαριστία συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου συνιστά ή όχι βαρύ παράπτωμα αυτού, κρίνεται από τον Δικαστή, που αποφαίνεται, αν η υπ’ αυτού γενόμενη δεκτή, ως εμπίπτουσα κατά αντικειμενική κρίση στις νομικές έννοιες του βαρέως παραπτώματος και της αχαριστίας, συμπεριφορά του δωρεοδόχου συνιστά στη συγκεκριμένη περίπτωση βαρύ παράπτωμα και αχαριστία.
Ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 510 παρ. 1 του ΑΚ, η ανάκληση της δωρεάς αποκλείεται αν ο δωρητής έδωσε συγγνώμη στο δωρεοδόχο ή αν πέρασε ένα έτος αφότου ο δωρητής, έχοντας δικαίωμα να ανακαλέσει, πληροφορήθηκε το λόγο της ανάκλησης.
Τρόποι ανάκλησης
1) Με δήλωση. Σύμφωνα με το άρθρο 509 εδάφιο πρώτο ΑΚ, η ανάκληση της δωρεάς γίνεται με άτυπη σχετική δήλωση του δωρητή προς το δωρεοδόχο, ακόμη και όταν το αντικείμενο της δωρεάς είναι ακίνητο, η δε δήλωση αυτή, επιφέρει τα έννομα αποτελέσματά της από την περιέλευσή της στο δωρεοδόχο, εφόσον ο λόγος της ανάκλησης είναι αληθινός και μπορεί να δικαιολογήσει την ανάκληση.
2) Με αγωγή. Σε περίπτωση που ο δωρεοδόχος αμφισβητήσει την ύπαρξη των περιστατικών του δωρητή, που συνθέτουν το λόγο ανάκλησης ή ακόμη και ότι αυτά στηρίζουν τον σχετικό λόγο ανάκλησης, το ζήτημα πρέπει να αχθεί στο δικαστήριο προς λύση με άσκηση αναγνωριστικής αγωγής, είτε από το δωρητή, είτε του δωρεοδόχου, με αίτημα να διαπιστωθεί, αν συντρέχει ο προβαλλόμενος λόγος ανάκλησης.
Συνέπειες της ανάκλησης/αναζήτηση του δωρηθέντος
Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 509 ΑΚ, αφού γίνει η ανάκληση αποσβήνεται η υποχρέωση του δωρητή για παροχή και αναζητείται η παροχή που εκπληρώθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Ωστόσο, από την περιέλευση στον δωρεοδόχο της δήλωσης του δωρητή για ανάκληση της δωρεάς δε μεταβάλλεται η εμπράγματη κατάσταση, που υπάρχει στο αντικείμενο της δωρεάς, δηλαδή, ο δωρητής δεν αποκτά την κυριότητά του, αλλά ανατρέπονται αυτοδικαίως τα έννομα αποτελέσματα της ενοχικής σύμβασης της δωρεάς για το μέλλον και ο δωρητής δικαιούται να αναζητήσει το αντικείμενο αυτής, κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, και ειδικότερα λόγω λήξης της αιτίας, για την οποία δόθηκε το πράγμα (άρθρα 904, 908 εδ. α’ ΑΚ).
Έτσι, αν το δωρηθέν είναι ακίνητο και μεταβιβάστηκε στο δωρεοδόχο κατά κυριότητα, η αναμεταβίβαση της κυριότητας, επιτυγχάνεται με την καταδίκη του δωρεοδόχου σε δήλωση βούλησης και μεταγραφή της σχετικής τελεσίδικης απόφασης και της δήλωσης του δωρητή ενώπιον συμβολαιογράφου για αποδοχή της απόφασης αυτής. Η απόδοση όμως, της νομής και κατοχής του πράγματος, γίνεται με αγωγή απόδοσης του πράγματος που κατέχεται χωρίς αιτία μετά την ανάκληση, αφού και η κυριότητα είναι αποδοτέα, μετά την εν λόγω ανάκληση, διότι στερείται πλέον νόμιμης αιτίας, έτσι ώστε να μη δικαιολογεί τη διατήρηση των ωφελημάτων απ’ αυτή.
Στο δικόγραφο της αγωγής μπορεί ο δωρητής, να σωρεύσει:
α) αίτημα για την αναγνώριση της συνδρομής νόμιμου λόγου της ανάκλησης της δωρεάς, εφόσον αμφισβητείται η συνδρομή λόγου ανάκλησης,
β) αίτημα απόδοσης του δωρηθέντος, με βάση τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, και
γ) σε περίπτωση άρνησης του δωρεοδόχου, να υποχρεωθεί αυτός σε καταδίκη σε δήλωση βούλησης, για την αναμεταβίβαση.
Η αγωγή περί καταδίκης σε δήλωση βούλησης είναι ενοχικής φύσης και, ως ενοχική δεν απαιτείται η εγγραφή της στα βιβλία διεκδικήσεων, εκτός αν ασκείται παράλληλα και η εμπράγματη αξίωση για απόδοση του πράγματος, ενώ, επιπλέον, είναι καταψηφιστική και, ως εκ τούτου, υπόκειται σε τέλος δικαστικού ενσήμου.
Περίπτωση χρησικτησίας
Σε αντίθεση προς τα ανωτέρω, κατά του αποκτήσαντος την κυριότητα πράγματος με χρησικτησία δεν χωρεί αγωγή αδικαιολογήτου πλουτισμού, αφού ελλείπει ως προς αυτόν η προϋπόθεση της χωρίς νόμιμη αιτία κτήσης του πλουτισμού.
Τούτο εξηγείται από το γεγονός ότι η δια χρησικτησίας κτήση πράγματος επέρχεται εκ του νόμου με τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων (ΑΚ 1041-1045), οι οποίες αποτελούν τη νόμιμη αιτία της άνω κτήσης.
Κατά συνέπεια, αν ανακληθεί δωρεά ακινήτου και ο δωρεοδόχος (ή ο από αυτόν αποκτήσας πριν από την ανάκληση για νόμιμη αιτία και με νόμιμο τρόπο το δωρηθέν ακίνητο τρίτος) κατά το χρόνο της ανάκλησης είχε ήδη καταστεί κύριος του δωρηθέντος ακινήτου με χρησικτησία, ήτοι από νόμιμη αιτία, δεν μπορεί να αναζητηθεί το δωρηθέν ακίνητο από τον δωρεοδόχο ή τον ως άνω τρίτο, ούτε αυτοί υποχρεούνται να το αποδώσουν, κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, αφού οι περί χρησικτησίας διατάξεις δεν προβλέπουν μόνο τυπικά τη μετάθεση της κυριότητας στον χρησιδεσπόζοντα, αλλά και την δικαιολογούν ουσιαστικά (κατά την οικονομική αξία του πράγματος), παρέχοντας στον χρησιδεσπόζοντα αιτία διατήρησης του πλουτισμού