Δικαιώματα συζύγων κατά την διάσταση και μετά το διαζύγιο
1. Αξίωση διατροφής κατά την διάσταση.
Βάσει των διατάξεων των άρθρων 1389 -1392 εδ. 2, 1495 ΑΚ, εκείνος από τους συζύγους που για εύλογη στο πρόσωπό του αιτία διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση, δικαιούται από τον άλλο, διατροφή σε χρήμα, που προκαταβάλλεται μηνιαίως και υποκαθιστά τη συνεισφορά του υπόχρεου υπό συνθήκες οικογενειακής ζωής.
Δικαιούχος είναι ο σύζυγος, ο οποίος υπό τους όρους της έγγαμης συμβίωσης όφειλε τη μικρότερη συνεισφορά, οπότε, αν διέκοψε τη συμβίωση για εύλογη αιτία, του οφείλεται σε χρήμα ως διατροφή η διαφορά μεταξύ της μεγαλύτερης συνεισφοράς του άλλου και της δικής του μικρότερης συνεισφοράς.
Η υποχρέωση για καταβολή κατά μήνα διατροφής σε χρήμα, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, είναι συνέπεια της κατά το άρθρο 1389 ΑΚ υποχρέωσης συνεισφοράς των συζύγων στην αμοιβαία διατροφή αυτών κατά τη διάρκεια του γάμου και δεν εξομοιώνεται με την κατά τα άρθρα 1485 επ. ΑΚ διατροφή (λόγω αδυναμίας), ούτε με την κατά τα άρθρα 1442 επ. ΑΚ οφειλόμενη μετά το διαζύγιο.
2. Αξίωση διατροφής μετά το διαζύγιο.
φόσον ο ένας από τους πρώην συζύγους δεν μπορεί να εξασφαλίσει την διατροφή του από τα εισοδήματά του ή από την περιουσία του, δικαιούται διατροφή από τον άλλον στις εξής περιπτώσεις:
Α) Εάν βρίσκεται σε ηλικία ή σε κατάσταση υγείας που δεν επιτρέπει να αναγκαστεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος, ώστε να εξασφαλίζει από αυτό την διατροφή του.
Β) Εάν έχει την επιμέλεια ανηλίκου τέκνου και για αυτό το λόγο εμποδίζεται στην άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος.
Γ) Εάν δεν βρίσκει σταθερή κατάλληλη εργασία ή χρειάζεται κάποια επαγγελματική εκπαίδευση ώστε να μπορέσει να εργαστεί, και στις δύο όμως περιπτώσεις για ένα διάστημα που δεν μπορεί να ξεπεράσει τα 3 χρόνια από την έκδοση διαζυγίου.
Δ) Σε κάθε άλλη περίπτωση που κρίνει το Δικαστήριο ότι πρέπει να καταβληθεί διατροφή στον σύζυγο.
3. Αξίωση απόδοσης κινητών πραγμάτων.
Σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, ο καθένας από τους συζύγους δικαιούται να παραλάβει τα κινητά που του ανήκουν, ακόμη και αν τα χρησιμοποιούσαν και οι δύο ή και μόνο ο άλλος σύζυγος. Υποχρεούται όμως να παραχωρήσει στον άλλο σύζυγο την χρήση των οικιακών αντικειμένων που του είναι απολύτως απαραίτητα για την χωριστή του εγκατάσταση, εφόσον το επιβάλλουν οι περιστάσεις.
Οι σύζυγοι κατανέμουν την χρήση των κινητών που ανήκουν και στους δύο, σύμφωνα με τις προσωπικές τους ανάγκες. Αν διαφωνούν, η κατανομή γίνεται από το δικαστήριο.
4. Παραχώρηση της οικογενειακής στέγης.
Η οικογενειακή στέγη κατά το άρθρο 1393 ΑΚ είναι το ακίνητο όπου οι σύζυγοι έχουν την κύρια διαμονή τους. Κατά τη διάταξη του άρθρου 1393 εδ. α` ΑΚ, σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή των ίδιων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιος από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα χρήσης του.
Η παραχώρηση της οικογενειακής στέγης γίνεται είτε εξωδικαστικά κατόπιν συμφωνίας των συζύγων, είτε δικαστικά με έκδοση δικαστικής απόφασης.
5. Αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα.
Αν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί ή παρέλθουν 3 χρόνια από την διάσταση, και η περιουσία του ενός συζύγου έχει, αφότου τελέστηκε ο γάμος, αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτής δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή. Τεκμαίρεται ότι η συμβολή αυτή ανέρχεται στο 1/3 της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμία συμβολή.
Η απαίτηση του κάθε συζύγου είναι χρηματική ενοχή, αντικείμενο της οποίας αποτελεί η χρηματική αποτίμηση της αύξησης της περιουσίας του υποχρέου συζύγου, που προέρχεται από τη συμβολή του δικαιούχου άμεση ή έμμεση. Ως αύξηση νοείται όχι μία συγκεκριμένη κτήση, αλλά η διαφορά που υπάρχει στην περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου σε δύο διαφορετικά χρονικά σημεία, ήτοι κατά την τέλεση του γάμου (αρχική περιουσία) και κατά τον χρόνο που γεννάται η αξίωση για συμμετοχή στα αποκτήματα (τελική περιουσία).
Δεν αποτελεί απόκτημα με την προαναφερθείσα έννοια οτιδήποτε αποκτήθηκε από τον σύζυγο πριν από την τέλεση του γάμου, ή λόγω δωρεάς, κληρονομιάς ή κληροδοσίας. Εάν όμως ένα περιουσιακό στοιχείο που απέκτησε ο σύζυγος από προϋπάρχουσα του γάμου αιτία, αξιοποιήθηκε κατά τη διάρκεια αυτού, θεωρείται απόκτημα και εφόσον ο άλλος σύζυγος συνέβαλε στη εν λόγω αξιοποίηση, έχει, συντρεχουσών και των λοιπών προβλεπομένων από την προαναφερθείσα διάταξη προϋποθέσεων, αξίωση συμμετοχής στην εκ μέρους του επαύξηση της περιουσίας του υπόχρεου συζύγου.
Προϋποθέσεις της αξίωσης του συζύγου προς συμμετοχή στα αποκτήματα του άλλου είναι:
Α) Η λύση ή ακύρωση του γάμου ή, κατ` ανάλογη εφαρμογή, η συμπλήρωση τριετούς διάστασης των συζύγων,
Β) Η αύξηση της περιουσίας του υπόχρεου αφότου τελέσθηκε ο γάμος,
Γ) Η συμβολή, με οποιονδήποτε τρόπο του δικαιούχου συζύγου στην αύξηση αυτής της περιουσίας του υπόχρεου περιλαμβανομένης και της υπερβαίνουσας το μέτρο της συνεισφοράς του ενάγοντος συζύγου συμβολής του στις τρέχουσες οικογενειακές δαπάνες, με χρηματικές εισφορές ή εισφορές χρήσης ακινήτου για στέγαση της οικογένειας ή με παροχή προσωπικών υπηρεσιών στην αντιμετώπιση των οικογενειακών εν γένει αναγκών,
Δ) Η αιτιώδης σχέση της συμβολής αυτής προς την αύξηση της περιουσίας του εναγομένου συζύγου.